Όταν του έλεγα, διότι του έλεγα πολλές φορές,

– Παππούλη μου, ευλόγησέ με να σου μοιάσω όσο γίνεται περισσότερο.

Δεν το παρεξηγούσε, αλλά με σταύρωνε και μου έλεγε:

– Να προσεύχεσαι και να αγαπάς. να αγαπάς τον Θεό και τους ανθρώπους. Δεν βλέπεις εδώ τί κάνει η αγάπη του Χριστού; να μη λες μέσα σου “με αγαπούν οι άλλοι;”. Αν τους αγαπάς εσύ πρώτα, να ξέρεις ότι και αυτοί σε αγαπούν το ίδιο”.


Μια γυναίκα παραπονιόταν κάποτε στον Παππούλη ότι κανείς δεν την αγαπά. Δεν την αγαπούσε ο άνδρας της, δεν την συμπαθούσαν στη δουλειά, την απέφευγαν οι φίλοι, τα παιδιά της δεν της έδιναν σημασία. Παραπονιόταν συνέχεια.

Ο Παππούλης τη συμβούλεψε να τα βγάλει αυτά από το μυαλό της, γιατί δεν είναι δικά της.

Έκανε ο Παππούλης μια βόλτα την άλλη μέα στα δένδρα, κοντά στο Ησυχαστήριο, και βρήκε μια συντροφιά από φοιτητές που είχαν πάει εκεί εκδρομή. Είχαν ένα μαγνητόφωνο και άκουγαν τραγούδια. Το τραγούδι που ακουγόταν εκείνη τη στιγμή έλεγε:

“Μη μου ζητάς να σ’ αγαπώ,

η αγάπη δεν ζητιέται·

μέσα στα φύλλα της καρδιάς,

ριζώνει και γεννιέται”.

– Δεν πρέπει να ζητάμε την αγάπη των άλλων. Πρέπει εμείς να τους αγαπάμε πράτω και να μην αγωνιούμε για την αγάπη τους. Τότε, κάποτε, θα μας την ανταποδώσουν”.


– Για να σε αγαπούν οι άλλοι πρέπει πρώτα εσύ να τους αγαπάς.


Σε μια εκδήλωση αγάπης του κόσμου προς τον Παππούλη, είπε μια μέρα:

– Κοίτα να δεις τι κάνει η αγάπη του Χριστού! Η τόση αγάπη που μου δείχνετε με συγκινεί και με ταπεινώνει μπροστά στον Θεό, που είμαι τόσο ανάξιος.

[Α. Σ. Τζαβάρα, Αναμνήσεις από τον Γέροντα Πορφύριο, Αθήναι 2001, 121 – 4]

Μοιραστείτε την εμπειρία σας