Ακόμη κι αν είναι αναίσθητος, αν θέλετε, που ελάχιστοι είναι οι πωρωμένοι και οι αναίσθητοι. Οι άλλοι βρίσκονται σε μια δύσκολη ώρα, ατείχιστοι και τους αρπάζει το κακό και τους βάζει και κάνουν τα μύρια όσα.
Έτσι έλεγε ο Γέροντας Πορφύριος:
– Δεν είναι, βρε, όλοι φονιάδες, ούτε όλοι παλιάνθρωποι που κάνουν εγκλήματα, αλλά είναι ατείχιστοι, δεν αγωνίζονται, δεν εξομολογούνται, δεν μεταλαμβάνουν, δεν προσεύχονται, δεν προσπαθούν. Κι είναι καλές ψυχές, αλλά μένουν έτσι, ξέφραγα αμπέλια, όπως λέει η λαϊκή έκφραση. Και τους πιάνει και τους σηκώνει το κακό. Και τους βάνει να κάνουνε φόνο και να κάνουν τόσα και μετά, μετα από λίγο μετανοιώνουνε, στενοχωριούνται, υποφέρουνε, νιώθουν σαν νά ‘ναι στην κόλαση.
Δε θέλω να δικαιολογήσω κανένα έγκλημα, αλλά ο εγκληματίας και ο αμαρτωλός δεν παύει να είναι άνθρωπος και εκείνος πληγωμένος, όπως περισσότερο πληγωμένα είναι τα θηρία, βέβαια, και οι συγγενείς τών θυμάτων”.
[Αρχ. Ανανίου Κουστένη, Λόγοι Α’, σελ. 51]