Πηγαίναμε, με ένα φίλο, για διεκπεραίωση κάποιας εργασίας τού Μοναστηριού και είχαμε μαζί μας, στο αυτοκίνητο, και τον Γέροντα.
Κάποια στιγμή αντιλήφθηκα ότι περνούσαμε έξω από τις κτιριακές εγκαταστάσεις των χιλιαστών. Ασιθάνθηκα να με κατακλύζει η θλίψη και η αγανάκτηση για το ψυχοφθόρο έργο των αιρετικών αυτών, οι οποίοι, αντί να μετανοήσουν για τις αμαρτίες τους, αγωνίζονται να κλονίσουν την πίστη στον Χριστό, ψυχών, “ὑπέρ ὧν Χριστός ἀπέθανε”και ανεστήθη.
Ο Γέροντας σιωπούσε.
Κάποια στιγμή συλλογίσθηκα: Τί να σκέφτεται άραγε ο Γέροντας· δεν αγανακτεί βλέποντας αυτούς τους ανθρώπους και τα έργα τους; Αλλά αμέσως άκουσα τον Γέροντα να λέει:
– Ε, κι αυτοί οι ταλαίπωροι ψευδομάρτυρες τού Ιεχωβά, ο Θεός να τους ελεήσει. Μερικοί χριστιανοί αγανακτούν εναντίον τους, άλλοι, πάλι, τσακώνονται μαζί τους και τους βρίζουν, άλλοι τους καταδιώκουν στα δικαστήρια. Όμως δεν καταπολεμείται έτσι ο χιλιασμός. Ξέρετε πώς καταπολεμείται; Όταν εμείς αγιασθούμε.
[Κ. Γιαννιτσιώτη, Κοντά στο Γέροντα Πορφύριο, Αθήναι 1995, σελ. 288π.]