Το μέσον, με το οποίο ο Γέροντας βίωνε τον Θείο έρωτα και την εν Χριστώ ανθρώπινη αγάπη, σα ζωντανό μέλος τού σώματος τού Χριστού, της Εκκλησίας Του, ήταν η προσευχή.
Η εκούσια, η αδιάλειπτη, η φλογερή, η νοερά προσευχή τού Ιησού. Οι λέξεις “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” ήταν το παραδείσιο λουλούδι, που άνθιζε στα χείλη τού Γέροντα, χειμώνα καλοκαίρι, νύχτα και μέρα.
Η προσευχή του συνεχιζόταν όπως η αναπνοή του, κι όταν ήτα ξυπνητός κι όταν κοιμόταν, σαν το βιβλικό: “᾿Εγὼ καθεύδω καὶ ἡ καρδία μου ἀγρυπνεῖ“.
[Κ. Γιαννιτσιώτη, Κοντά στον Γέροντα Πορφύριο, Αθήναι 1995, σελ. 336]