Ένας αδελφός γύρισε μια μέρα από την Εκκλησία στο σπίτι του και αφού μπήκε μέσα, είπε με το μυαλό του, όταν είδε ότι η γυναίκα του και τα παιδιά του δεν είχαν εκκλησιαστει.
“Κοίτα να δεις. Κυριακή σήμερα, και δεν πήγαν στην Εκκλησία να ευλογηθούν. Τί να τους πω! “. Και στενοχωρήθηκε πολύ με αυτή τους την παράλειψη.
Όταν, μετά από μερικές μέρες, συνάντησε τον Παππούλη, χωρίς να του πει γι’ αυτό τίποτα, αλλά για κάτι άλλα αμαρτήματά του, του λέγε ο Γέροντας:
“Καλά γι’ αυτά που μου είπες, αλλά άκου να σου πω. Αυτό που έκανες την Κυριακή να μην το ξανακάνεις.”.
“Ποιό Παππούλη;”, τον ρώτησε ο αδελφός.
“Να! Να μπαίνεις μέσα στο σπίτι σου και επειδή δεν πήγαν οι δικοί σου στην Εκκλησία, να αγανακτείς, να νευριάζει και να στενοχωριέσαι.
Να! Όπως θα έρχεσαι από την Εκκλησία με την ευλογία που έχεις πάρει από εκεί και θα βλέπεις αυτά τα πράγματα, να λες ήρεμα μέσα σου:” Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με” και να ειρηνεύεις συνέχεια. Γιατί αλλιώς με τη στενοχώρια που έχεις σου ‘στρίβεται το έντερο’ και σου πονάει η κοιλιά σου εκεί χαμηλά. Δε σου πονάει εκεί χαμηλά;”.
“Ναι, μου πονάει.”, του απάντησε ο αδελφός. Και του ζήτησε στη συνέχεια να τον συγχωρέσει.
[Α. Σ. Τζαβάρα, Αναμνήσεις από τον Άγιο Πορφύριο, Αθήναι 2001, σελ. 162π.]