Συστηματική ενασχόληση με τη νοερά προσευχή προὑποθέτει, κατά τη διδασκαλία του Γέροντος Πορφυρίου, πρώτον, έμπειρο Γέροντα που θα παρακολουθεί τον ασκούμενο και δεύτερον, ψυχή καθαρή από εγωισμό, μνησικακία, αντιπάθειες, θέλημα, κενοδοξία και τα παρόμοια. Πολύ τόνιζε την ανάγκη για την εκτέλεση των παραδεδομένων ακολουθιών, για το διάβασμα των ύμνων της Εκκλησίας μας. Ώστε η συμβουλή του “Λέγε διαρκώς την ευχή”ισχύει μεν και για όλους μας αλλά, με διάκριση, χωρίς κατάργηση των ακολουθιών και χωρίς την άδεια ότι επειδή θα πούμε κάποιες φορές το “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”, φθάσαμε δήθεν σε μέτρα.
Μάλιστα μερικούς, που έβλεπε ο Γέροντας ότι από εγωισμό ήθελαν να “μάθουν”να λένε την ευχή, για να καυχώνται φανερά ή μυστικά ότι κάνουν ανώτερη προσευχή, τους συμβούλευε να μην ασχοληθούν με τη νοερά προσευχή. Και είχε διηγηθεί παραδείγματα ανθρώπων που “έπαθαν”, επειδή καταπιάστηκαν με την ευχή με “πρόγραμμα”, με “σκοπό”, με “μέθοδο”, αντί να παρακαλούν ταπεινά να τους ελεήσει ο Θεός. Η προσευχή δε μετριέται· ξεπηδάει. Δεν παρατηρείται από τον προσευχόμενο, ξεχύνεται όπως τα δάκρυα στη συγκίνηση, χωρίς εσκεμμένη προσπάθεια. Και όμως χρειάζεται και για την προσευχή κάποια εργασία αλλά, αυτή δεν είναι βίαιη και καταναγκαστική. Πρέπει να δημιουργήσουμε την ατμόσφαιρα. Να διαβάσουμε κάτι πνευματικό, να θυμιάσουμε, να ψάλλομε, να ανάψουμε το καντηλάκι μας, να συγκεντρωθούμε, να ευχαριστήσουμε, να δοξολογήσουμε, να παρακαλέσουμε και όλα αυτά απλά και αβίαστα, ἐν ἁπλότητι καρδίας.
[Κ. Γιαννιτσιώτη, Κοντά στον Γέροντα Πορφύριο, Αθήναι 1995, σελ. 68]