Εσάς την ίδια, κυρία Χ., τί έλεγε ο Γέροντας τις ώρες τής μοναξιάς και τού πόνου σας, που ο άνδρας σας πέθανε τόσο πρόωρα και τόσο νέος;
– Με βοήθησε πάρα πολύ ο Γέροντας τις στιγμές εκείνες, που είναι φυσικό ν ασε πιάνει η κατάθλιψη κι αρχίζουν να σε βασανίζουν τα ερωτηματικά: “Γιατί, Θεέ μου, γιατί τόσο νωρίς;”. Ένιωθα τότε μια ακηδία κι ένα βούλιαγμα στο κάθισμα και δεν μπορούσα να σηκωθώ.
Με συμβούλευσε τότε: “μόλις αισθάνεσαι αυτό το πράγμα, να πετάγεσαι όρθια, και να πηγαίνεις μια βόλτα στο βουνό.”. Κι όταν τον ρώτησα πώς να έβγσινα έξω άμα ήταν βράδυ, μού απάντησε: “Άμα δεν μπορείς να βγεις, να φέρνεις στο νου σου όλο ωραίες εικόνες, όπως, ας πούμε, εκείνο το πάρκο, που είχατε επισκεφθεί με τον άνδρα σου και τα παιδιά σου, ή εκείνο το ωραίο ηλιοβασίλεμα, που απολαύσατε στη θάλασσα. θα διώχνεις τους άσχημους λογισμούς και θα λες: “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησε τον άνδρα μου, ελέησε κι εμάς.”.
Μου εμφύσησε, ακριβώς, αυτή την πεποίθηση ότι υπάρχει επικοινωνία μεταξύ τής ζώσας και τής θριαμβεύουσας Εκκλησίας.
[Κλ. Ιωαννίδη, Ο Γέρων Πορφύριος, Αθήναι 1993, σελ. 171π.]