Άρχισε ο Γέροντας, με ένα πολύ φυσικό τρόπο, να αναφέρεται σε γεγονότα της ζωής μου, να μου μιλά για την οικογένειά μου και να μου υποδεικνύει τρόπους ενέργειας απέναντι στα παιδιά μου, από τα οποία τα δύο μεγαλύτερα βρίσκονταν τότε στην εφηβική ηλικία.
Μου είπε συγκεκριμένα:
“Το πρώτο σου παιδί, η κόρη σου, θέλει αυτή την αντιμετώπιση. Το μικρό σου παιδί, ο μικρός σου γιος, είναι ακόμη μικρός και δεν έχει προβλήματα.”.
Είχε, δηλαδή, ενώπιόν του όλη την εικόνα της οικογένειάς μου.
Όλα αυτά ο Γέρων Πορφύριος δεν τα έκαμνε, για να επιδειχθεί· του ερχόταν αυθόρμητα. Αυτές είναι οι ενέργειες των αγίων μέσα στην Εκκλησία μας. Ο Θεός συνετέλεσε, ώστε να να αποκτήσω κι εγώ εμπειρία της χάριτος, που υπάρχει μέσα σ’ αυτά τα πρόσωπα.
Ο Γέρων Πορφύριος, λοιπόν, στη διάρκεια εκείνης της συνάντησής μας, μου περιέγραψε το χαρακτήρα της θυγατέρας μου και του μικρού γιου μου. Εγώ ένιωθα να πέφτω από τα σύννεφα, διότι ήταν ώσαν να είχε ζήσει τα παιδιά μου όσα χρόνια τα έζησα εγώ.
Μου είπε, λοιπόν, για το ένα παιδί ότι πρέπει να το αντιμετωπίζω με περισσότερη προσευχή. Μου είπε συγκεκριμένα γι’ αυτό το παιδί μου:
“Όσα θα έλεγες σ’ αυτό το παιδί σου, αφού έχει κάποιες αντιδράσεις λόγω του χαρακτήρα του, να τα λες στον Θεό. Γονάτιζε στον Θεό και, δια της χάριτος τού Θεού, τα λόγια σου θα μεταβιβάζονται στο παιδί σου.”.
Για το άλλο παιδί μού είπε:
“Αυτό το παιδί σου δέχεται τα λόγια σου αλλά, να προσέξεις. Δέχεται μεν τα λόγια σου αλλά, εύκολα τα ξεχνά. Επομένως, πάλι θα γονατίζεις και θα ζητάς τη χάρη του Θεού, ώστε ο πατρικός λόγος σου να πέφτει σε γη αγαθή, για να μπορεί να καρποφορήσει.”.
[Κλ. Ιωαννίδη, Ο Γέρων Πορφύριος, Αθήναι 1993, σελ. 63π]