Είναι ασύλληπτη η γνώση του Θεού απ’ το δικό μας νου. Είναι άπειρη, περιλαμβάνει όλα τα όντα, ορατά και αόρατα, έσχατα και αρχαία. Τα γνωρίζει ο Θεός όλα με ακρίβεια, σε όλο το βάθος και το πλάτος τους. Ο Κύριος γνωρίζει εμάς, πριν γνωρίσουμε εμείς τον εαυτό μας. Γνωρίζει τις διαθέσεις μας και την παραμικρή μας σκέψη, τους λογισμούς, τις αποφάσεις μας και προ καταβολής κόσμου μάς γνώριζε καλά. Γι’ αυτό ο Δαβίδ θαυμάζει και φωνάζει:
“Κυριε, ἐδοκίμασάς με, καὶ ἔγνως με… σὺ συνῆκας τοὺς διαλογισμούς μου ἀπὸ μακρόθεν… τὴν τρίβον μου… ἐξιχνίασας καὶ πάσας τὰς ὁδούς μου προεῖδες… σὺ ἔγνως πάντα, τὰ ἔσχατα καὶ τὰ ἀρχαῖα… ἰδού, Κύριε, σὺ ἔγνως πάντα· σὺ ἔπλασάς με καὶ ἔθηκας ἐπ᾿ ἐμὲ τὴν χεῖρά Σου“.
Το Πνεύμα το Άγιον εισχωρεί παντού. Γι’ αυτό εκείνος που εμφορείται υπό του Αγίου Πνεύματος έχει και αυτός τη γνώση τού Θεού. Γνωρίζει το παρελθόν, το παρόν, το μέλλον. Του τα φανερώνει το Άγιον Πνεύμα. Τίποτα δεν είναι άγνωστο στον Θεό απ’ τις πράξεις μας, αλλά γράφονται όλα. Γράφονται κι όμως δεν γράφονται. Γεννιούνται και υπάρχουν, αλλά και δεν γεννιούνται. Αυτό που ξέρετε εσείς τώρα, το ξέρει ο Θεός προ καταβολής κόσμου. Σας θυμίζω αυτό που λέει ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος στην Ευχή προ της Θείας Μεταλήψεως. Ακούστε: “Τὸ μὲν ἀκατέργαστόν μου ἔγνωσαν οἱ ὀφθαλμοί Σου· ἐπὶ τὸ βιβλίον δέ Σου καὶ τὰ μήπω πεπραγμένα γεγραμμένα Σοι τυγχάνει“.
Αυτά τα λόγια κάποιοι τα παρξηγούν και τα μπερδεύουν. Αφού ο Θεός τα έχει όλα γραμμένα, έχουμε μοίρα, λένε, έχουμε τύχη, έχουμε πεπρωμένο. Άρα ήταν γραμμένο κα πεπρωμένο να κάνεις, για παράδειγμα, φόνο· σε είχε προορίσει γι’ αυτό ο Θεός. Θα μου πεις: “Αν είναι γραμμένο ότι εγώ επρόκειτο να σκοτώσω εσένα, είμαι εγώ υπεύθυνος ή ανεύθυνος; Αφού και τα “μήπω πεπραγμένα γεγραμμένα Σοι τυγχάνει”, γιατί να είμαστε υπεύθυνοι οι άνθρωποι; Τω΄ρα πες μου εσύ, που λέεις ότι ο Θεός είναι αγαθός, γιατί το έγραφε και δεν με απέτρεπε να το κάνω;”
Εδώ είναι το μυστήριο. Ο Θεός εν τη παντοδυανία Του και παγγνωσία Του γνωρίζει τα πάντα, και τα μέλλοντα να συμβούν, αλλά δεν είναι Εκείνος υπαίτιος για το κακό. Ο Θεός προγνωρίζει, αλλά δεν προορίζει. Για τον Θεό δεν υπάρχει παρελθόν, παρόν και μέλλον. Όλα είναι γυμνά και τετραχηλισμένα ενώπιόν Του. Πώς το λέει ο Απόστολος Παύλος; “Πάντα δὲ γυμνὰ καὶ τετραχηλισμένα τοῖς ὀφθαλμοῖς Αὐτοῦ“. Ως παντογνώστης γνωρίζει και το αγαθό και το κακό. Συνεργάζεται με το αγαθό ὡς φύσει ἁγαθός και είναι ξένος τού κακού. Αφού είναι ξένος τού κακού, πώς είναι δυνατόν να μας προορίζει γι’ αυτό; Ο Θεός εδημιούργησε τα πάντα καλά λίαν και έδωσε σε όλα αγαθό, άγιο προορισμό.
Το κακό είναι πρόβλημα, το οποίο η θρησκεία μας το εξηγεί μ’ ένα θαυμάσιο τρόπο, που καλύτερος δεν υπάρχει. Η εξήγηση που του δίνει είναι η εξής: Το κακό υπάρχει και προέρχεται απ’ τον διάβολο. Μέσα μας έχουμε και το κακό πνευμά και το αγάθο πνεύμα και μάχονται αλλήλοις. “Ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει· οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ“. Μέσα μας, δηλαδή, γίνεται πάλη μεταξύ καλού και κακού. Σ’ αυτήν, όμως, την πάλη ο άνθρωπος είναι ελεύθερος να αποφασίσει τι θα διαλέξει. Άρα δεν είναι ο Θεός που προορίζει κι αποφασίζει, αλλά η ελεύθρη βούληση τού ανθρώπου.
Ο Θεός ἐν τῇ παντογνωσίᾳ Του γνωρίζει με όλη την ακρίβεια, όχι απλώς από πριν, αλλά από καταβολής κόσμου, ότι ο τάδε θα κάνει, παραδείγματος χάριν, φόνο, όταν γίνει τριάντα τριών ετών. Αλλά, ο άνθρωπος ἐν τῇ ἐλευθερίᾳ τῆς βουλήσεώς του – δώρο που του έδωσε ο Θεός και το διαστρέβλωσε – ενεργεί αυτοβούλως. Δεν είναι ο Θεός ο αίτιος, ούτε μας προορίζει γι’ αυτό το σκοπό. Η παγγνωσία Του δεν μας υποχρεώνει. Σέβεται την ελευθερία μας, δεν την καταργεί. Μας αγαπάει, δεν μας κάνει δούλους, μας δίνει αξία. Ο Θεός δεν επεμβαίνει στην ελευθερία μας, τη σέβεται, μας δίνει το ελεύθερο. Άρα είμαστε υπεύθυνοι, διότι κάνουμε αυτό που θέλουμε εμείς. Δεν μας αναγκάζει ο Θεός. Είναι προδιαγεγραμμένο και γνωστό στον Θεό ότι θα σκοτώσεις εσύ αυτόν τον άνθρωπο, αλλά δεν είναι κανονισμένο υπό του Θεού να το κάνεις. Πώς είναι δυνατόν ο Θεός, που εδημιούργησε από άπειρη αγάπη και ο ίδιος είναι απόλυτη αγάπη και θέλει μόνο την αγάπη, να θελήσει να σε οδηγήσει στην κακία και στο φόνο; Εσύ ενεργείς ελεύθερα, εσύ αποφασίζεις αυτό που ο Θεός γνωρίζει ἐκ τῶν προτέρων, χωρίς να σε αναγκάζει, γι’ αυτό και είσαι εσύ υπεύθυνος.
Αυτά τα θέματα είναι πολύ λεπτά, θέλουν θείο φωτισμό για να τα κατανοήσει ο άνθρωπος. Είναι μυστήρια. Το αγαθό στη φύση είναι μυστήριο. Δεν είναι ωραίο ένα λουλουδάκι με ποικίλα χρώματα, που σε τραβάει και σε κάνει να το αγαπήσεις; Το πλησιάζεις κι έχει άρωμα τόσο ευγενικό, τόσο λεπτό, που σε κάνει να το αγαπάεις πιο πολύ. Αυτό είναι αγαθό. Ε ναι, αλλά δεν είναι όμως κι αυτό μυστήριο; Πώς έγιναν αυτά τα χρώματα; Πώς έγινε αυτό το άρωμα; Το ίδιο μπορούμε να πούμε για τα πουλιά, για τα ζώα, για τα υδρόβια. Όλα εκφράζουν την αγαθότητα τού Θεού.
Λένε μερικοί: “Γιατί ο Θεός να με κάνει να πονάω; Γιατί να με κάνει να αμαρτάνω εύκολα; Γιατί να μου δώσει αυτόν τον χαρακτήρα;…”. Και πάλι σας λέγω. Ο Θεός μάς έχει πλάσει καλούς. Ο Θεός έδωσε στον άνθρωπο ό,τι πιο ωραίο και καλό. Τον προόρισε να γίνει τέλειος. Τού έδωσε, όμως, και την ελευθερία κι έτσι έγκειται και σε εκείνον να ακολουθήσει το αγαθό ή το κακό. Από το ένα μέρος η αγάπη τού Θεού κι από το άλλο η ελευθερία τού ανθρώπου. Αγάπη και ελευθερία μπλέκουν. Ενώνεται το πνεύμα με το Πνεύμα. Αυτή είναι η μυστική ζωή. Όταν το πνεύμα μας ενώνεται με το Πνεύμα τού Θεού, τότε κάνουμε το αγαθό. Γινόμαστε αγαθοί.
Για τα πάθη μας ευθύνεται άλλος, η βούλησή μας. Ο Θεός δεν θέλει να περιορίσει τη βούλησή μας, δεν θέλει να μας πιέσει, δεν θέλει να επιβάλει τη βία. Από εμάς εξαρτάται τι θα κάνουμε και πως θα ζήσουμε. Ή θα δούμε τον Χριστό και θα έχουμε τα θεία βιώματα και την ευτυχία ή θα ζούμε στη μελαγχολία και στη λύπη. Μέση κατάστασις, μέσος όρος δεν υπάρχει. Ή θα είσαι ή δεν θα είσαι. Ή το ένα ή το άλλο. Η φύση εκδικείται, μισεί το κενό. Το καθετί μπορεί να είναι έτσι, αλλά μπορεί και να μην είναι. Το φίλημα, επί παραδείγματι, μπορεί να είναι άγιο και μπορεί να είναι πονηρό. Αλλά αυτό έχει αξία, να ενεργεί ο άνθρωπος ελεύθερα. Ενώ, αν μας έκανε άβουλους και κάναμε μόνο ό,τι θέλει ο Θεός, δεν θα υπήρχε ελευθερία. Ο Θεός έκανε τον άνθρωπο να ζητάει μόνος του να γίνει καλός, να το επιθυμεί΄μόνος του και να γίνεται, τρόπον τινά, σαν δικό του το κατόρθωμα, ενώ στην πραγματικότητα προέρχεται από τη χάρι τού Θεού. Έρχεται πρώτα στο σημείο να το θέλει, να το αγαπάει, να το επιθυμεί και, κατόπιν, έρχεται η Θεία χάρις και το κατορθώνει.
[Βίος και Λόγοι Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Ιερά Μονή Χρυσοπηγής, Χανιά 2003, σελ. 403]