Λίγους μήνες, πριν από την κοίμησή του, ο Γέροντας πήγε στο Άγιον Όρος, ενώ οι ετοιμασίες για το κτίσιμο του ναού τού μοναστηριού βρισκόνταν στην έντασή τους.
Όμως εμφανίσθηκαν απροσδόκητα προβλήματα και δυσκολίες, που αναστάτωναν συχνά τους εργάτες. Τόσο, που όταν “είδε” από το Άγιον Όρος ο Γέροντας, τι συνέβαινε στην πραγματικότητα, πήρε τηλέφωνο το πνευματικοπαίδι του, που είχε την εποπτεία των εργατών, για να του πει:
“Προσοχή, διότι βλέπω τον διάβολο να ελλοχεύει και να δημιουργεί προβλήματα, για να εμποδίσει το έργο”.
Όταν έφτασα στο Μοναστήρι και έμαθα τα σχετικά, θαύμασα για μια ακόμη φορά το διορατικό χάρισμά τού Γέροντα και διερωτήθηκα, ποια τάχα να είναι τα προβλήματα που δημιουργεί ο διάβολος. Δεν πρόλαβα να αποτελειώσω τη σκέψη μου κι άκουσα δυνατές φωνές και διαπληκτισμούς μεταξύ των εργατών. Ρώτησα τι συνέβαινε, και πληροφορήθηκα, ότι από απροσεξία εργάτου, λίγο έλειψε να καταστραφεί η μεγάλη μπετονιέρα. Ο εποπτεύων τους εργάτες πρόλαβε την καταστροφή την τελευταία στιγμή. Ο ανώτερος όμως επόπτης του έργου, το παρακολουθούσε άγρυπνος από το Άγιον Όρος, έτοιμος να επέμβει με την προσευχή του, για να εμποδίσει κάθε απόπειρα δολιοφθοράς του ελλοχεύοντος διαβόλου.
[Κ. Γιαννιτσιώτη, Κοντά στο Γέροντα Πορφύριο, Αθήναι 1995, σελ. 126π]