Να σας πω ένα δικό μου, συνέχισε ο Γέροντας.
Μια μέρα, (έχω εδώ ένανε ο οποίος δεν μου κάνει υπακοή καθόλου), λοιπόν μια μέρα τού λέω:
– Άκουσε, παιδί μου. Nα κάνεις αυτό.
Λέει:
– Όχι, δεν μπορώ να το κάνω αυτό.
Του λέω:
– Σε παρακαλώ, κάν’ το προς χάριν μου.
(Ήτανε κάποια ανάγκη να μου κάνει, καταλαβαίνετε;).
Και εκεί, λοιπόν, που του έλεγε, αυτός μού λέει:
– Αυτό δεν το επιτρέπει η επιστήμη, δεν είναι έτσι που το λέγεις. Δεν μπορώ εγώ να το κάνω. Η επιστήμη το λέει έτσι.
Του λέω:
– Ρε παιδί μου, την επιστήμη θα λοιτάξουμε τώρα; Κάνε μια υπακοή σε μένα.
– Όχι, μου λέει, Δεν μπορώ.
Εκείνη τη στιγμή λοιπόν πάει, νικήθηκα και μου ήρθε ν’ αγανακτήσω. Αλλά εκεί που πήγε να με κάνει έτσι για να αγανακτήσω, έκανα έτσι:
“Θεέ μου συγχώρεσέ με και δος φώτιση στον άνθρωπό σου, στην ψυχή που την κατέχει ο πειρασμός. Άρχισα να προσεύχομαι και να συγκινούμαι!
Δηλαδή, το μυστικό είναι… εκεί που ήταν να ξεσπάσει έτσι, το πρόλαβα και δεν οργίστηκα. Εϊναι δική μου αυτή, η… αυτή θέλω να πω, η πείρα. Πώς να το πω… κακό είναι που το λέω;
[Από το φυλλάδιο με κασέτα, Το πνεύμα το ορθόδοξον είναι το αληθές, σελ. 41]